vrouwelijkheid - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

vrouwelijkheid - translation to Αγγλικά


vrouwelijkheid         
n. womanhood, femininity, matriarchy, muliebrity
vrouwelijk         
female, feminine, womanly, womanlike, woman, wifely
feminism      
n. feminisme; vrouwelijkheid, vrouwelijk

Βικιπαίδεια

Vrouwelijkheid
Vrouwelijkheid oftewel femininiteit verwijst naar een aantal eigenschappen, gedragingen en rollen die geassocieerd worden met vrouwen. Welke eigenschappen en gedragingen nu juist als vrouwelijk of meisjesachtig worden beschouwd, verschilt per cultuur.